Ο άνθρωπος κυνηγάει εδώ και 2 περίπου εκατομμύρια χρόνια, ενώ άρχισε να καλλιεργεί τη γη μόλις 8.000 χρόνια πριν. Οι άνθρωποι κυνηγούσαν τότε για τροφή και ζωικά προϊόντα όπως το δέρμα, το μαλλί και τα κόκαλα. Τα θηράματα αποτελούσαν θρεπτική τροφή και βοήθησαν τον άνθρωπο να επιβιώσει ακόμα και σε περιοχές που δεν ήταν καλλιεργήσιμες και δεν μπορούσε να βρει τροφή φυτικής προέλευσης. Οι πιο έξυπνοι άνθρωποι έφτιαχναν καλύτερα εργαλεία και επινοούσαν αποτελεσματικότερες μεθόδους στο κυνήγι τους. Η ποιότητα της τροφής τους (θηράματα) που ήταν πλούσια σε πρωτεΐνες συνέβαλε επίσης στην αύξηση της ευφυΐας των ανθρώπων. Το αποτέλεσμα ήταν ταχεία εξέλιξη και όξυνση του ανθρώπινου νου, η οποία αποτέλεσε και τη βάση για όλα τα επιτεύγματα που έχει πετύχει ο άνθρωπος μέχρι σήμερα. Το κυνήγι αποτέλεσε ιστορικά δραστηριότητα ιδιαίτερα αγαπητή τόσο σε ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, όσο και σε πολιτικά πρόσωπα (βασιλιάδες κλπ), γεγονός που αποτυπώνει έμμεσα και την αξία του. Υμνήθηκε από τον Ξενοφώντα στο ακόμη και σήμερα επίκαιρο πόνημά του που αξίζει να διαβάζει κανείς «Κυνηγετικός». Η λέξη κυνηγός σημαίνει τον άνθρωπο που οδηγεί κάποιο σκύλο (κυνός– άγω) μιας και έτσι ασκείτο η θήρα στα αρχαία χρόνια. Στις μέρες μας θήρα και κυνήγι έχουνε πάρει ταυτόσημη έννοια και η λέξη κυνήγι σημαίνει την αναζήτηση, τον εντοπισμό και τη σύλληψη ή τη θανάτωση κάποιου ζώου, ανεξάρτητα από το αν αυτό γίνεται με σκύλο ή όχι.